Κούλα Ελευθεριάδου

Γεννήθηκε το 1923 στο Σοχό Λαγκαδά. Το 1943 εντάχθηκε στην ΕΠΟΝ. Με την οικογένειά της κατεβαίνει στη Θεσσαλονίκη και συνδέεται με την οργάνωση της ΕΠΟΝ του Πανεπιστημίου. Παίρνει δραστήρια μέρος στον αγώνα ενάντια στους κατακτητές.

Στις 25 Μάρτη 1943, με ομάδα ΕΠΟΝιτών κατέθεσαν στεφάνι στο άγαλμα του Βότση. Πιάστηκε, απ' τον αιμοβόρο τύραννο της κατοχής Παρθενίου, που την παρέδωσε στους Γερμανούς. Το 1944 πιάνεται μαζί με τα αδέλφια της από τους ταγματασφαλίτες που την ξαναπαραδίνουν στους Γερμανούς. Κρατήθηκε στις φυλακές, βασανίστηκε, αλλά δεν της απέσπασαν καμιά ομολογία.

Τον Αύγουστο του 1944 αφέθηκε ελεύθερη και συνέχισε τη δράση της ως την απελευθέρωση, που τη βρίσκει γραμματέα της ΑΕ Ανατολικών Συνοικιών Θεσσαλονίκης.
Το Γενάρη του 1947 πιάνεται από την Αστυνομία και παραπέμπεται στο Έκτακτο Στρατοδικείο μαζί με τους αγωνιστές Γρηγόρη Ελευθεριάδη και Βασίλη Παναγόπουλο. Θαρρετά και ήρεμα απολογείται στο στρατοδικείο. Η απολογία της εκπλήσσει κι αυτούς που τη δικάζουν. Τελειώνει με τα λόγια: 

"Θα δεχθώ ψύχραιμα την απόφαση σας, με πλήρη επίγνωση της θέσης μου και τη βεβαιότητα ότι έκανα το καθήκον μου σαν Ελληνίδα και σαν κομμουνίστρια, μέλος του ΚΚΕ..."

Με βάση τις κατηγορίες του μοναδικού κατήγορου Παρθενίου, η Κούλα και ο Γρηγόρης Ελευθεριάδης, καταδικάζονται από το Στρατοδικείο, σε θάνατο και ο Βασίλης Παναγόπουλος σε ισόβια. Στρατοδίκης ο γνωστός Τάμβακας, 

Στις 6 Μαίου του 1947, η Κούλα Ελευθεριάδου με το χαμόγελο στα χείλη κι' αλύγιστη θα βαδίσει από τις φυλακές Επταπύργιου για το απόσπασμα, στο πευκόδασος του Αγίου Πάυλου.

Στην εκτέλεση παρίσταται και ο βασιλικός επίτροπος Τάμβακας. Ο Τάμβακας τους διαβάζει την καταδικαστική απόφαση. Η Κούλα στα τελευταία της λόγια θα χτυπήσει στο πρόσωπο με ένα φλογερό κατηγορώ τους πρωταίτιους της κατάντιας του ελληνικού λαού και στον Τάμβακα θα πει: "Τάμβακα θα πληρώσεις για τα εγκλήματά σου! Ζήτω το ΚΚΕ!" Αμέσως ο Τάμβακας θα προστάξει το πυρ. Η Κούλα δεν πέθανε αμέσως γιατί μερικοί στρατιώτες δεν της έριξαν. Την χαριστική βολή, της την έδωσε ο Τάμβακας.

Η Κούλα Ελευθεριάδη σε όλο το διάστημα του αγώνα ενάντια στους κατακτητές και τους συνεργάτες τους, καθώς και σε όλη τη διάρκεια της δίκης, στάθηκε αγέρωχη, ακλόνητη και πιστή στα ιδανικά του ΚΚΕ, τα ιδανικά του οποίου υπηρέτησε ως το τέλος της ζωής της.

Στο γράμμα που έστειλε την παραμονή της εκτέλεσής της στην οικογένειά της,  γράφει:

"Αγαπημένοι μου, 

Ο τέτοιος θάνατός μου ίσως να σας φανεί σαν ένα γερό χτύπημα. Ομως αν καλοσκεφτείτε θα βρείτε ότι καλύτερα που πεθαίνω για τα ιδανικά μου τίμια, που είναι και ιδανικά όλων των εργαζομένων, παρά να ζήσω άτιμη προδίδοντας το κόμμα μου, που στέκει πρωτοπόρο και καθοδηγεί το λαό μας στην πάλη του για Εθνική Ανεξαρτησία και Λαϊκή Λευτεριά. Είμαι περήφανη γιατί πεθαίνω σαν λαϊκή αγωνίστρια και μέσα από τις γραμμές του ηρωικού ΚΚΕ. 

Στερνή μου επιθυμία για σας τους σπιτικούς μου είναι να πονέσετε, αγαπήσετε και δώσετε ότι μπορείτε στο Κόμμα που παλεύει για τα καθολικά λαϊκά συμφέροντα, στο Κόμμα που έλαχε σε μένα η τιμή να είμαι μέλος του. 

Πες τε σ' όλες τις γνωστές κομμουνίστριες, ΕΑΜίτισσες, ΕΠΟΝίτισσες και όλες τις Δημοκράτισσες που παλεύουν για τα δικαιώματα και τη χειραφέτηση της Ελληνίδας, ότι τα φονικά βόλια του νεοφασισμού που τρύπησαν το στήθος μου, τους βάζουν καινούργια καθήκοντα για την οικονομική, πολιτική και κοινωνική απολύτρωση της Ελληνίδας. 

Μην κλαίτε για το χαμό μου. Δεν χάθηκα. Επιτελώντας το εθνικό, λαϊκό, κομματικό μου καθήκον, πότισα κι εγώ με το λιγοστό μου αίμα, το δέντρο της Εθνικής Ανεξαρτησίας, της Λαϊκής Ενότητας και Λευτεριάς. 

Εσύ Σοφία, ό,τι έκανες για μένα που δούλευα στο Κόμμα να συνεχίσεις να προσφέρεις ό,τι μπορείς σ' αυτό με τη βεβαιότητα ότι εκπληρώνεις με τη σειρά σου το καθήκον για την πραγμάτωση των ιδανικών που μ' ανέβασαν στη μεγάλη τιμή να πεθάνω γι' αυτά. Εσύ, αγαπημένη μου αδελφούλα Εφη, στέριωσε γερά τα πόδια σου στο έδαφος που πατάς, ακολούθησε με συνέπεια το δρόμο που άνοιξαν χιλιάδες ήρωες, λαϊκοί αγωνιστές. Σου αφήνω το ρολόγι μου για να με θυμάσαι για πάντα". 

Πολλά-Πολλά φιλιά 

Κούλα.