Ζήσης Ζώκας

Αυτοβιογραφία
Γεννήθηκα στις 17 Δεκέμβρη 1923 στη Ραψάνη Λάρισας, σε αγροτική οικογένεια, που ασχολιόταν και με την παρασκευή κι εμπορία κρασιού. Σχολείο πήγα στο χωριό μου μέχρι την κατοχή.
Τον Ιούνη του 1941 έγινα μέλος της ΟΚΝΕ και το 1942 του ΚΚΕ.
Το Σεπτέμβρη του 1942, μαζί με άλλους συγχωριανούς μου, βγήκα αντάρτης. Ενταχτήκαμε στην ανταρτοομάδα Ολύμπου. Η περιοχή στην οποία δρούσε η ομάδα μας ήταν από το Λιτόχωρο μέχρι τους Γόννους. Το 1943, κάτω από την ανάγκη οργανωμένων σαμποτάζ, δημιουργήθηκε το Μηχανικό των Τεμπών κι εντάχθηκα εκεί. Ωστόσο το πρώτο σαμποτάζ το είχαμε πραγματοποιήσει ήδη στις 30 Δεκέμβρη 1942 ενάντια σε γερμανική αμαξοστοιχία, στην περιοχή μεταξύ Πλαταμώνα – Πυργετού. Λόγω έλλειψης εκρηκτικών το σαμποτάζ το κάναμε ξηλώνοντας τις ράγες, με κλειδιά που είχαμε προμηθευτεί από συντρόφους αντιστασιακούς σιδηροδρομικούς.
Το Μάη του 1943 σχηματίστηκε η 1η Μεραρχία Θεσσαλίας του ΕΛΑΣ. Εκεί δημιουργήθηκε η Υποδειγματική Διμοιρία ΕΠΟΝ της Μεραρχίας, στην οποία ανέλαβα καθήκοντα Καπετάνιου. Η περιοχή δράσης της Μεραρχίας ήταν η Θεσσαλία μέχρι και τα Γρεβενά. Πήρα μέρος σε διάφορες
μάχες με μεγαλύτερη αυτή που έγινε  στην Πύλη Τρικάλων τον Ιούνη του ’43.
Το Μάη του ’44 μ’ έστειλαν στη Σχολή Αξιωματικών του ΕΛΑΣ στη Ρεντίνα, απ’ όπου βγήκα μετά από τρεις μήνες με το βαθμό του Ανθυπολοχαγού. Εντάχθηκα ξανά στο 4ο Σύνταγμα της 1ης Μεραρχίας όπου διαδοχικά διατέλεσα Διοικητής Διμοιρίας κι αργότερα Διοικητής δύο Διμοιριών.
Μετά την υπογραφή της Συμφωνίας της Βάρκιζας τον οπλισμό μας τον παραδώσαμε στη Λάρισα κι επέστρεψα στο χωριό μου στα τέλη του Φλεβάρη του ’45.
Το Μάρτη του ’45 δημιουργήθηκε στη Ραψάνη Σύλλογος Αγωνιστών Εθνικής Αντίστασης. Συμμετείχα στο όργανο του Κόμματος και είχα αναλάβει την καθοδήγηση της οργάνωσης της ΕΠΟΝ, που αριθμούσε 500 – 600 μέλη, εκ των οποίων οι 160 είχαν διατελέσει αντάρτες του ΕΛΑΣ.
Από το Μάρτη – Απρίλη του ’45 εμφανίστηκε κι άρχισε ν’ αναπτύσσει τρομοκρατική δράση στην περιοχή μας η συμμορία του Νταβούρη (Τάσος Μπαλιάκας). Στις 21 Αυγούστου 1945, συμμορίτες αυτής της συμμορίας με έπιασαν στον Πυργετό και μετά από άγριο ξυλοδαρμό με εγκατέλειψαν σ’ ερημική περιοχή μεταξύ του Πυργετού και της Ραψάνης. Ευτυχώς, εντελώς τυχαία, με βρήκε ένας συγχωριανός μου και με μάζεψε, πηγαίνοντας με λιπόθυμο στο σπίτι μου. Υπήρχε κίνδυνος για τη ζωή μου και για να σωθώ, με είχαν μέσα σε προβιά επί περίπου ένα μήνα.
Η τρομοκρατία του αστικού κράτους, που στηρίχθηκε στην στρατιωτική ισχύ του νέου εισβολέα – κατακτητή, των Άγγλων ιμπεριαλιστών,  και των διάφορων παραστρατιωτικών δοσιλογικών συμμοριών, μεγάλωνε μέρα με τη μέρα. Έτσι οι κατατρεγμένοι αγωνιστές του αντιφασιστικού αγώνα του λαού μας – κομμουνιστές, ΕΛΑΣίτες, ΕΠΟΝίτες, μέλη του ΕΑΜ αναγκάστηκαν ν’ αναζητήσουν σωτηρία ξανά στο βουνό. Ακριβώς έτσι, όπως είχε γίνει 3 – 4 χρόνια πριν, όταν η πατρίδα μας υποδουλώθηκε στους Γερμανούς, Ιταλούς και Βουλγάρους ναζιστές – φασίστες.
Τον Ιούλη του ’46 δημιουργείται στον Όλυμπο η πρώτη ανταρτοομάδα. Πολύ γρήγορα αυτή σχηματίζεται σε Λόχο με διαμορφωμένες Διμοιρίες. Από το Σεπτέμβρη κι όλο το χειμώνα η ομάδα δραστηριοποιείται στην περιοχή του Ολύμπου.
Το Σεπτέμβρη του 1947 σχηματίζεται η Προσωρινή Δημοκρατική Κυβέρνηση του ΔΣΕ, ενώ το Δεκέμβρη του ίδιου χρόνου γίνεται η πρώτη ονομασία αξιωματικών του ΔΣΕ. Μου απονεμήθηκε ο βαθμός του Λοχαγού και αρχές του 1948 περάσαμε από τον Όλυμπο στ’ Άγραφα.

Στη Σχολή Αξιωματικών του Γενικού Αρχηγείου του ΔΣΕ
Το Μάη του ‘48 με έστειλαν ως εκπαιδευτή στη 2η Σειρά της Σχολής Αξιωματικών του Γενικού Αρχηγείου (ΣΑΓΑ) του ΔΣΕ.  Στην Σχολή έμεινα μέχρι το τέλος του πολέμου, συγκεκριμένα στις 2η, 3η, 4η, 5η και 6η Σειρές Εκπαίδευσης.  Η Σχολή σ’ όλη τη διάρκεια διατηρούσε μια δύναμη περίπου τριών λόχων. Στη 2η Σειρά διατέλεσα Διοικητής Διμοιρίας, στην 3η – Πολιτικός Επίτροπος Λόχου, στην 4η – Διοικητής Λόχου, στην 5η – Διοικητής Τάγματος και στην 6η – όπου όλη η ΣΑΓΑ είχε αναβαθμιστεί σε Ταξιαρχία – διατέλεσα Πολιτικός Επίτροπος της Σχολής, με Στρατιωτικό Διοικητή το σύντροφο Αχιλλέα Προυτσάλη.

Σημαντικές μάχες της ΣΑΓΑ
Από τον Ιούνη μέχρι το Σεπτέμβρη ‘48 η Σχολή έδινε καθημερινά μάχες στο Γράμμο.
Το Σεπτέμβρη του ΄48 γίνεται ο πρώτος ελιγμός από το Γράμμο στο Βίτσι. Το επόμενο διάστημα η ΣΑΓΑ παρέμεινε στο Βίτσι.
Το Φλεβάρη του ’49 παίρνει μέρος στη μάχη της Φλώρινας.
Τον Απρίλη του ’49 συμμετέχει στις μάχες για την ανακατάληψη του Γράμμου, που έχει ως αποτέλεσμα την κατάληψη των περιοχών Ταμπούρι, Γύφτισσα,  Φούρκα.
Από 30 Μάη έως 2 Ιούνη ’49 – μάχη και κατάληψη της περιοχής «Πάτωμα». Ακολουθεί επιστροφή από το Γράμμο στο Βίτσι.
26 Ιούλη ’49 – μάχη στις Κάτω Κλίνες Φλώρινας.
Από 2 μέχρι 8 Αυγούστου ‘ 49 – μάχες παραπλάνησης του εχθρού στο Γράμμο.
Από 10 μέχρι 15 Αυγούστου ’49 – μάχες στο Βίτσι. Ακολουθεί πέρασμα στο Γράμμο.
25 Αυγούστου ‘ 49 αρχινάν οι επιχειρήσεις στο Γράμμο, μέχρι τις 29 Αυγούστου.
29 Αυγούστου ‘ 49 – οπισθοχώρηση του ΔΣΕ στην Αλβανία.

Απρίλης ’49 – Μάχες ανακατάληψης του Γράμμου
Στις αρχές του Απρίλη ‘49 υπήρχε σχέδιο ν’ αρχίσουν επιχειρήσεις ανακατάληψης του Γράμμου.  Τα τμήματα της ΣΑΓΑ πραγματοποιήσαμε μία 10ήμερη πορεία, με απίστευτο κρύο, χιόνι και βροχή, που ξεκίνησε στα τέλη του Μάρτη. Πορεία τη νύχτα και ακινησία και κάλυψη την ημέρα. Η πορεία ακολούθησε μία διαδρομή από Γρεβένα, Φιλιππέους, Σαμαρίνα.
Τις μέρες εκείνες η Σχολή είχε μετεξελιχτεί σε Ταξιαρχία. Εγώ εκείνην την περίοδο ήμουν Διοικητής Τάγματος. Λόγω των δύσκολων καιρικών συνθηκών ο σύντροφος Κόλιας Νικητίδης, που ήταν ο Διοικητής της ΣΑΓΑ, μου ζήτησε να παραδώσω τη διοίκηση του Τάγματος και ν’ αναλάβω ένα τμήμα οδήγησης όλης της δύναμης, με χρέωση τη χάραξη της πορείας και την οργάνωση της ημερήσιας κάλυψης. Το τμήμα οδήγησης είχε δύναμη μιας Διμοιρίας.
Το βράδυ της 23 του Μάρτη ξεκίνησε ξανά η Σχολή από το Νεστόριο. Η ομάδα μου θα έμενε τελευταία, για την περίπτωση, που κάποιο τμήμα αποκόπτονταν από τη φάλαγγα, να το οδηγούσαμε ξανά στον προορισμό του. Στη διαδρομή συναντήσαμε ενέδρα, χτυπηθήκαμε, την ανατρέψαμε και φτάσαμε στον Αλιάκμονα, όπου και καλυφθήκαμε. Δώσαμε νέα μάχη με διμοιρία του κυβερνητικού στρατού και τους αιχμαλωτίσαμε. Συνεχίσαμε την πορεία κάτω από πολύ αντίξοες συνθήκες – κρύο, πείνα και κούραση. Τους τραυματίες του εχθρού τους επιδέσαμε και τους παραδώσαμε στο πλησιέστερο χωριό.
Στους Φιλιππέους φτάσαμε στις 29 Μάρτη και καθίσαμε μία σχεδόν ημέρα. Έπεσε καινούργιο χιόνι και δυσκόλεψε τη μετακίνησή των μεταγωγικών μας (μουλάρια κτλ). Έμπαινε σε αμφιβολία εάν θα καταφέρναμε να είμαστε στις 2 Απρίλη στο Γράμμο. Τότε οι μαθητές της Σχολής πήραμε μία απόφαση: για την τιμή του Κόμματος να μεταφέρουμε εμείς οι ίδιοι το βαρύ οπλισμό – όλμους, βλήματα πολυβόλων, πυρομαχικά κ.α. Με εντολή του Κόλια ανέλαβα τη φάλαγγα με τα μεταγωγικά, με σκοπό να ψάξω δρομολόγιο και να φτάσουν στον προορισμό τους. Κατεβήκαμε μια Διμοιρία στο χωριό Δουτσικό. Μετά από μακρά πορεία στις 1 του Απρίλη φτάσαμε στη Φούρκα και σταματήσαμε εκεί. Καλυφθήκαμε, γιατί υπήρχε στρατός.
Η Ταξιαρχία προχωρούσε και στις 1 προς 2 του Απρίλη συναντηθήκαμε στο Ταμπούρι. Προορισμός μας ήταν: Ταμπούρι – Αϊ Λιάς Φούρκας – Γύφτισσα – Κάντσικο. Χαράματα 2 του Απρίλη ήμασταν στον προορισμό μας και καταλάβαμε θέσεις.
Το πρωί στις 2 Απρίλη έφτασε ο στρατός και άρχισε μάχη. Το Ταμπούρι κι ο Αϊ Λιάς πέσανε γρήγορα. Το βράδυ της 3 του Απρίλη μου ζήτησε η διοίκηση να επιτεθώ στο Κάντσικο, όπου δυσκολευόμασταν να προχωρήσουμε. Ήταν μεγάλης σημασίας να το καταλάβουμε, γιατί μας απέκοβε από άλλα τμήματα της Ταξιαρχίας. Η κατάσταση ήταν σοβαρή, οι τραυματίες μας πέθαιναν έξω απ’ το Κάντσικο, έπρεπε πάση θυσία να πέσει.
Η διοίκηση μου έδωσε δύο Λόχους με συνολική δύναμη περίπου 140 μαχητές. Ο εχθρός απέναντι είχε ένα Τάγμα, με περίπου 300 άτομα. Μίλησα στα παιδιά και ξεκινήσαμε αποφασισμένοι να καταλάβουμε το στόχο. Έτσι κι έγινε! Στις 3 του Απρίλη δώσαμε τη μάχη από τις 10 το βράδυ. Προπορευόμασταν εγώ κι ένας Επίτροπος Διμοιρίας, ψάχνοντας να βρούμε τα συρματοπλέγματα, για να τα κόψουμε και ν’ εκδηλώσουμε επίθεση. Εκεί κοντά στα συρματοπλέγματα έσκασε νάρκη (εγγλέζικη Α3). Φώναξα «επίθεση». Τους μαχητές της σχολής δεν τους σταματούσες με τίποτα. Άνοιξαν ρήγμα, χώθηκαν μέσα και με τα πάντζερ χτύπησαν τα πολυβολεία του εχθρού. Η μάχη κράτησε μια ώρα περίπου.
Η δύναμη του εχθρού υποχώρησε κι ο Συνταγματάρχης του Τάγματος, σύμφωνα με το βιβλίο του Στρατηγού Ζαφειρόπουλο, ήταν να περάσει στρατοδικείο. Αναγκάστηκαν να βγάλουν έξω τους δικούς μας αιχμαλώτους και να διαπραγματευτούν την παράδοσή τους, εάν σταματούσαμε το σφυροκόπημα με τα πάντζερ. Η όλη στάση τους έδειχνε το χαμηλό ηθικό του κυβερνητικού στρατού. Με την παράδοση του Τάγματος πιάσαμε πολλούς αιχμαλώτους.
Εγώ τραυματίστηκα από τη νάρκη, η δεξιά μου πλευρά ήταν «κόσκινο» από πάνω μέχρι κάτω. Ήρθαν 2-3 δικά μας παιδιά και με μετέφεραν στο ιατρείο του Τάγματος. Εκεί υπήρχαν κι άλλοι δικοί μας τραυματίες. Μας περιποιήθηκαν και το πρωί της άλλης μέρας μας έστειλαν όλους τους τραυματίες στην Αλβανία, όπου έμεινα από τις 4 Απρίλη έως τις 12 Μάη.

Οπισθοχώρηση ΔΣΕ  – Αλβανία
Από την Ελλάδα «βγήκαμε» στις 29 Αυγούστου και η ΣΑΓΑ εγκαταστάθηκε στο ένα απ’ τα δύο στρατόπεδα, που μας διέθεσαν οι Αλβανοί – στο Μπορέλι. Το άλλο ήταν στο Ελμπασάν. Στο Μπορέλι μείναμε από αρχές Σεπτέμβρη μέχρι 20-25 Οκτώβρη και μετά οργανώθηκε η αποστολή μας στην ΕΣΣΔ και στην Τασκένδη.
Στα τέλη του Οκτώβρη οργανώθηκε αχτίφ στελεχών των στρατιωτικών μονάδων, με θέμα την οπισθοχώρηση του ΔΣΕ. Πριν το αχτίφ είχε προηγηθεί η Ολομέλια της ΚΕ του Κόμματος. Στο αχτίφ  μίλησε ο σύντροφος Νίκος Ζαχαριάδης κι έκανε μια πρώτη εκτίμηση των αιτιών της ήττας του ΔΣΕ, επικεντρώνοντας τις αιτίες στο «πισώπλατο χτύπημα του Τίτο». Αν και στο αχτίφ δεν εκφράστηκε ανοικτά άλλη άποψη, το κλίμα ήταν ανήσυχο και στα «πηγαδάκια» συζητιόταν η καινούργια κατάσταση.
Οι μαχητές του ΔΣΕ δεν ήθελαν ν’ αποδεχτούν την ήττα, αντιθέτως το πνεύμα παρέμενε αγωνιστικό και η διάθεση για αγώνα αμείωτη.
Στα μέσα του Οκτώβρη κι ενώ δε μας είχαν ακόμη ανακοινώσει τις επόμενες κινήσεις, μαζί με τον Αχιλλέα Προύτσαλη πλησιάσαμε το σύντροφο Β. Μπαρτζιώτα και του ζητήσαμε να μας δώσει μία ομάδα, για να γυρίσουμε στην Ελλάδα. Σκοπός μας ήταν η ανάπτυξη αντάρτικης δράσης, μιας και το πρόσταγμα του Κόμματος στους μαχητές του ΔΣΕ  ήταν «παραμένουμε με το όπλα παρά πόδας». Η απάντηση του συντρόφου ήταν: «Θα σας εμπιστευτώ κάτι, αλλά θα πρέπει να μείνει μυστικό, από δω θα φύγουμε για τη Σοβιετική Ένωση.»

Πολιτική προσφυγιά - Τασκένδη
Στα τέλη του Οκτώβρη φορτωθήκαμε στα σοβιετικά πλοία κι άρχισε το ταξίδι για τη Σ.Ε. Δυρράχιο – Πότι του Καυκάσου – Τασκένδη, όπου φτάσαμε στις 5 του Νοέμβρη. Στους μαχητές ανακοινώσαμε, ότι θα πηγαίναμε στη Σοβιετική Ένωση, όταν μπήκαμε μέσα στ’ αμπάρια των πλοίων. Στο κατάστρωμα ανεβήκαμε μόνο όταν περάσαμε τα στενά και βγήκαμε στη Μαύρη Θάλασσα.
Φτάνοντας στην Τασκένδη, μετά από 1 μήνα καραντίνα, ενταχθήκαμε στην παραγωγή. Ο Αχιλλέας Προύτσαλη κι εγώ είχαμε διοικητικές χρεώσεις – την Ταξιαρχία της ΣΑΓΑ και άλλα τμήματα. Το πρώτο διάστημα συνεχίζαμε να έχουμε τους ίδιους στρατιωτικούς βαθμούς, ο Αχιλλέας – στρατιωτικός διοικητής κι εγώ πολιτικός επίτροπος της ΣΑΓΑ (Ταξιαρχία). Αντιμετωπίσαμε αρκετά προβλήματα – υγείας, οικονομικά κατά τη διάρκεια της επαγγελματικής μαθητείας. Έτσι συνεχίσαμε μέχρι το μήνα Ιούλη ’50 – ζούσαμε σε στρατώνες, με συσσίτιο κ.τ.λ.
Στα τέλη του Ιούλη ’50 το κόμμα αποφάσισε να ενταχθούμε στις στρατιωτικές σχολές του σοβιετικού κράτους, για την καλύτερη εκπαίδευση και προετοιμασία μας. Εμένα κι μία ομάδα 60 περίπου αξιωματικούς του ΔΣΕ μας έστειλαν στη Σχολή Τεθωρακισμένων της πόλης Γκόρκι, σε απόσταση 500χλμ. από τη Μόσχα. Πέντε – έξη συντρόφους τους έστειλαν στην Στρατιωτική Ακαδημία της Μόσχας, ενώ αρκετοί άλλοι αξιωματικοί μικρότερων βαθμίδων σταλθήκαν σε Σχολές κοντά στην Τασκένδη. Από τη σχολή αποφοίτησα το Σεπτέμβρη ’52 με το βαθμό του Ταγματάρχη, που είχα ήδη από βουνό μετά από τη μάχη της Φλώρινας.
Το μήνα Μάρτη του ’50 παντρευτήκαμε με την Ιωάννα (Νούλη) Παπαδοπούλου, αντάρτισσα κι αυτή στον ΕΛΑΣ και μαχήτρια του ΔΣΕ, με την οποία αποκτήσαμε δύο παιδιά, μία κόρη κι ένα γιό.
Το Σεπτέμβρη του ’52 επέστρεψα στην Τασκένδη και για 1 περίπου χρόνο εντάχθηκα στην παραγωγή. Το 1954 ανέλαβα κομματικά καθήκοντα με επαγγελματική χρέωση – Γραμματέας της ΚΟΒ της 11ης Πολιτείας, που αριθμούσε περίπου 300 – 350 μέλη. Την ίδια χρονιά τοποθετήθηκα και στην Κομματική Επιτροπή Τασκένδης της Κομματικής Οργάνωσης Τασκένδης (ΚΟΤ). Το όργανο αυτό (ΚΕΤ) αριθμούσε περίπου 50 μέλη (την ονομάζαμε Ολομέλεια), ενώ η ΚΟΤ είχε περίπου 15.000 μέλη.
Το Σεπτέμβρη του ’55 έγιναν τα γνωστά γεγονότα της Τασκένδης, ενώ το ΄56 πραγματοποιήθηκε η 6η Ολομέλεια, που καθαίρεσε το Νίκο Ζαχαριάδη. Τον Αύγουστο ή το Σεπτέμβρη ’56 το Π.Γ. και ο σ. Κολιγιάννης μας κάλεσαν (5 – 6 συντρόφους) και μας έθεσαν το ζήτημα της ετοιμότητας γι αποστολή στην Ελλάδα. Προετοίμασα την οικογένειά μου και στις 7 του Νοέμβρη φύγαμε για τη Ρουμανία, όπου εγκατασταθήκαμε στο Βουκουρέστι, στη διάθεση της Κεντρικής Επιτροπής.
Τελικά η αποστολή στην Ελλάδα δεν έγινε, αλλά μας έστειλαν σε διάφορες Λαϊκές Δημοκρατίες. Εγώ βρέθηκα για ένα μήνα στην Αλβανία, για πολιτική δουλειά με τους έλληνες πολιτικούς πρόσφυγες, που είχαν μείνει εκεί (λίγοι αντάρτες και φοιτητές). Αρχές του ’57 βρέθηκα για δύο περίπου μήνες στην Ουγγαρία και μετά από ασθένεια επέστρεψα στο Βουκουρέστι.
Το Φλεβάρη του ’57 πήρα μέρος στην 7η Ολομέλεια της ΚΕ.  Συμμετείχαμε σαν παρατηρητές τα στελέχη, που είχαμε έρθει από την Τασκένδη. Σ’ αυτήν την Ολομέλεια, ως γνωστόν, έγινε η διαγραφή του Νίκου Ζαχαριάδη. Συγκροτήθηκε η Επιτροπή, που θα ερευνούσε τυχών «προδοτικές πράξεις του Νίκου Ζαχαριάδη». Σ’ αυτήν την επιτροπή τοποθετηθήκαμε εγώ και ο Αχ. Πρότσαλης, ωστόσο τα στελέχη, που ζούσαμε στην Τασκένδη, δεν είχαμε καμία ουσιαστική ανάμειξη στις εργασίες της. Η Επιτροπή τερμάτισε τυπικά τη λειτουργία της το ’63 – ’64, χωρίς να καταλογίσει καμία ευθύνη στο Νίκο Ζαχαριάδη.
Τον Αύγουστο ’57 ολόκληρη η ομάδα των στελεχών, που είχαμε βρεθεί στο Βουκουρέστι, επέστρεψε πίσω στην Τασκένδη, γιατί, όπως φαίνεται, είχαν ήδη επικρατήσει οι απόψεις για τη διάλυση των παράνομων κομματικών οργανώσεων στην Ελλάδα.
Από το Σεπτέμβρη του ’57 έως το καλοκαίρι του ’61 παρακολούθησα την Ανωτάτη Κομματική Σχολή της Τασκένδης. Αποφοίτησα το καλοκαίρι του ’61 και μαζί με την οικογένειά μου αναχωρήσαμε για τη Βουλγαρία, όπου εγκατασταθήκαμε στην πόλη Βάρνα το Σεπτέμβρη του ’61. Εκεί βρισκόταν ως πολιτικός πρόσφυγας ο πεθερός μου, παλιός κομμουνιστής, αγωνιστής και ακροναυπλιώτης, ο Φίλιππας Παπαδόπουλος. Ο Φ. Παπαδόπουλος είχε εκλεγεί βουλευτής του κόμματος στο νομό Κοζάνης, το 1936 με το «Λαϊκό Μέτωπο».
Από τις αρχές του ’62 ανέλαβα καθήκοντα στην προσφυγική οργάνωση, από τη θέση του Προέδρου της Δημοκρατικής Οργάνωσης Μόρφωσης κι Εκπολιτισμού – ΔΟΜΕ της πόλης Βάρνα και ως μέλλος του Κεντρικού Συμβουλίου της ΔΟΜΕ στη Βουλγαρία.  Στη θέση αυτήν παρέμεινα μέχρι το καλοκαίρι του ’68, όταν με απόφαση του Κόμματος ξεκίνησε η συγκρότηση κομματικών οργανώσεων στους μετανάστες των χωρών της Δυτικής Ευρώπης. Μερικά στελέχη κληθήκαμε να βοηθήσουμε σ’ αυτήν την προσπάθεια. Εγώ είχα χώρο ευθύνης στη Δυτική Γερμανία, στην Ολλανδία και στο Βέλγιο. Η κατάσταση ήταν πολύ δύσκολη, δουλεύαμε σε συνθήκες παρανομίας, με μόνιμο τον κίνδυνο της σύλληψης από τις αστυνομικές αρχές.
Το καλοκαίρι του ’77 μου δόθηκε άδεια προσωρινής επίσκεψης στην Ελλάδα και παραμονής ενός μήνα.  Το 1976 είχαν αρνηθεί να μου δώσουν άδεια. Ερχόμενος στην Ελλάδα και μετά τη λήξη της άδειας, αρνήθηκα να εγκαταλείψω τη χώρα. Είχα ήδη συνδεθεί με το Κόμμα και ανέλαβα καθήκοντα – δεύτερος γραμματέας του Γραφείου Περιοχής Δυτικής Μακεδονίας. Στη θέση αυτή παρέμεινα μέχρι το καλοκαίρι του ’78, όταν μετά από σύντομη παραμονή στην οργάνωση των Τρικάλων ανέλαβα καθήκοντα στην Νομ. Οργάνωση της Λάρισας. Στη θέση αυτή παρέμεινα μέχρι το καλοκαίρι του ’80, όταν αρρώστησα (διάτρηση στομάχου) και μετά από σύντομη θεραπεία επέστρεψα στη Βουλγαρία, με σκοπό να προετοιμάσω τον επαναπατρισμό της οικογένειάς μου.
Θα ήθελα οπωσδήποτε να μνημονεύσω κι ένα γεγονός, που έχει σχέση με τον επαναπατρισμό μου το 1977. Όταν έλιξε η άδεια παραμονής του ενός μήνα, που μου είχε δοθεί, ήρθε η αστυνομία κι απείλησε να με απελάσει από τη χώρα, μιας κι εγώ δεν είχα σκοπό να επιστρέψω στη Βουλγαρία. Τότε ξεσηκώθηκε ένα πραγματικό κύμα συμπαράστασης απ’ όλο το χωριό. Το Κοινοτικό Συμβούλιο έβγαλε ψήφισμα, οι συγχωριανή μου υπέγραψαν σύσσωμοι ζητώντας την οριστική παραμονή μου στην πατρίδα. Τα στοιχεία αυτά, όπως και άλλες παρόμοιες περιπτώσεις σ’ όλη τη χώρα, βοήθησαν το Κόμμα να επιμείνει σ’ όλα τα επίπεδα – στο κίνημα για τον ελεύθερο και χωρίς όρους επαναπατρισμό των πολιτικών προσφύγων, στη Βουλή και όπου αλλού μπορούσε – για να πετύχει το σκοπό του επαναπατρισμού μας. Ο ελεύθερος επαναπατρισμός έγινε πραγματικότητα μόλις το καλοκαίρι του 1982.

** Ο Ζήσης Ζώκας πέθανε στις __/__/2013 σε ηλικία ___ και τάφηκε στην Ραψάνη Κατερίνης. Μέχρι το τέλος του ήταν ενεργό μέλος του ταξικού κινήματος και του ΚΚΕ.